Τα ινομυώματα (ή λειομυώματα) αποτελούν καλοήθεις όγκους που εντοπίζονται στον μυικό χιτώνα του τοιχώματος της μήτρας (μυομήτριο). Απαρτίζονται από διογκωμένες λείες μυικές ίνες και ινώδη συνδετικό ιστό. Εμφανίζονται ιστολογικά ως διακριτές στρογγυλές μάζες, άσπρες ή στο χρώμα του δέρματος, που διαχωρίζονται σαφώς από τον γύρω ιστό της μήτρας. Μπορούν να βρίσκονται μέσα στο σώμα της μήτρας, στην εξωτερική της επιφάνεια, στον τράχηλο ή να κρέμονται από έναν μίσχο.
Η διάμετρός τους μπορεί να είναι μικρότερη από ένα εκατοστό, οπότε και ονομάζονται πυρήνες ινομυωμάτων, συνήθως όμως κυμαίνεται από ένα μέχρι και 15 εκατοστά, ενώ το βάρος τους κυμαίνεται μεταξύ μερικών γραμμαρίων έως και κάποιων κιλών σε ακραίες περιπτώσεις πολλαπλών ινομυωμάτων. Σε περίπτωση που πρόκειται για μεγάλου μεγέθους ινομυώματα, πολλές φορές μπορούν να ψηλαφηθούν ακόμη και από την ίδια την ασθενή μέσω του κοιλιακού τοιχώματος.
Σε μικροσκοπικό επίπεδο, τα κύτταρα που απαρτίζουν τα ινομυώματα μοιάζουν με τα φυσιολογικά (επιμήκη, ατρακτοειδή, με μακρόστενο πυρήνα) και αθροίζονται σε ομάδες με διαφορετικές κατευθύνσεις. Τα κύτταρα αυτά είναι ομοιόμορφα σε σχήμα και μέγεθος, ενώ διακρίνονται σε τρεις τύπους: Έκκεντρα (σπάνια), πορώδη και μιτωτικά ενεργά.
Συμπτώματα
Τα ινομυώματα, ειδικά πριν την ανάπτυξή τους, μπορεί να μην προκαλούν συμπτώματα και πολλές φορές να ανακαλύπτονται τυχαία κατά τη γυναικολογική εξέταση. Η βαρύτητα των συμπτωμάτων όταν εμφανιστούν εξαρτάται από τη θέση και το μέγεθος της βλάβης. Το συνηθέστερο σύμπτωμα είναι η αυξημένη απώλεια αίματος κατά τη διάρκεια της περιόδου. Άλλα πιθανά συμπτώματα είναι ο πόνος κατά την περίοδο ή τη σεξουαλική επαφή, καθώς και μια βαθιά ενόχληση ή αίσθημα βάρους στο κάτω μέρος της κοιλιάς και της πλάτης. Σε ορισμένες περιπτώσεις αν το ινομύωμα είναι πολύ μεγάλο, μπορεί να προκαλέσει συχνουρία ή δυσκοιλιότητα. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τα ινομυώματα συχνά γίνονται αιτία αποβολής, αιμορραγίας ή πρόωρου τοκετού.
Διάγνωση
Η διάγνωση των ινομυωμάτων γίνεται με υπερήχους, με αξονική ή και με μαγνητική τομογραφία. Το υπερηχογράφημα απεικονίζει τα ινομυώματα ως εστιακές μάζες με ετερογενή υφή, οι οποίες συνήθως προκαλούν σκιά. Η τοποθεσία καθώς και το μέγεθος των βλαβών που προκαλούν ινομυώματα μπορούν μ’αυτό το τρόπο να προσδιοριστούν. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η (MRI), για να καθοριστεί το μεγέθους και η θέση των ινομυωμάτων μέσα στη μήτρα. Αυτού του είδους οι απεικονίσεις δεν μπορούν να διαχωρίσουν σαφώς τα καλοήθη από τα κακοήθη (σαρκώματα) ινομυώματα της μήτρας, αν και τα τελευταία είναι αρκετά σπάνια. Η υποψία για κακοήθες ινομύωμα γενάται σε περίπτωση ταχείας ή απρόσμενης ανάπτυξης του ινομυώματος ύστερα από παρατήρηση, μετά την εμμηνόπαυση. Ωστόσο μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι οι διαγνωστικές δυνατότητες που χρησιμοποιεί η μαγνητική τομογραφία έχουν βελτιώσει τη δυνατότητα ανίχνευσης σαρκωμάτων. Άλλη τεχνική απεικόνισης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί είναι η υστεροσαλπιγγογραφία.
Θεραπείες
Υπάρχουν θεραπείες που εφαρμόζονται ανάλογα με το στάδιο που βρίσκεται η πάθηση.
Μερικές απο αυτές είναι:
Φαρμακευτική
Ένας ικανοποιητικός αριθμός από φάρμακα χρησιμοποιείται για την θεραπεία των ινομυωμάτων που θα σας συμβουλέψει ο γυναικολόγος σας.
Αρτηριακός εμβολιασμός της μήτρας
Πρόκειται για ακτινολογική επεμβατική τεχνική, κατά την οποία ο ακτινολόγος κάνει παρακέντηση και στις 2 αρτηρίες της μήτρας, με σκοπό να μειωθεί η παροχή αίματος προς τα ινομυώματα. Η επεμβατική αυτή μέθοδος μπορεί να προκαλέσει απώλεια της γονιμότητας στην γυναίκα, παρ’ όλα αυτά όμως κάτι τέτοιο δεν είναι βέβαιο, οπότε η αναπαραγωγική ικανότητα της γυναίκας μπορεί να μείνει ανέπαφη. Η μέθοδος επιτυγχάνεται με την είσοδο ενός πολύ μικρού καθετήρα στην μηριαία αρτηρία στο επίπεδο του αναπτυσσόμενου όγκου με την επίδραση τοπικής αναισθησίας στην ασθενή. Στην συνέχεια, ο ακτινολόγος (υπό την καθοδήγηση κάποιου monitor) εισέρχεται και στις 2 αρτηρίες της πάσχουσας μήτρας και εγχύει πολύ μικρά σωματίδια, μεγέθους 500μm, τα οποία αποτρέπουν την παροχή αίματος προς τα ινομυώματα ,με αποτέλεσμα να τελευταία να μην αναπτύσσονται και να μειώνεται το μέγεθος τους. Ακόμα παρατηρείται ελάττωση των αιμορραγιών, ενώ η ασθενής αναρρώνει από την διαδικασία σε λίγες μέρες.
Αρτηριακή απολίνωση της μήτρας
Πρόκειται για μία ελάχιστα επεμβατική μέθοδο, η οποία γίνεται είτε λαπαροσκοπικά είτε διακολπικά και η οποία σκοπεύει στην απόφραξη των αρτηριών της μήτρας, με απώτερο αποτέλεσμα την παρεμπόδιση τροφοδότησης αίματος προς τα ινομυώματα και την διακοπή της ανάπτυξης τους.
Ο μηχανισμός της τεχνικής αυτής είναι παρόμοιος με τον αρτηριακό εμβολιασμό της μήτρας. Διαφέρει στο ότι είναι πιο εύκολος να διεκπεραιωθεί και πιθανόν στο ότι έχει λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Ωστόσο η μέθοδος του εμβολιασμού προτιμάται ακόμα, από την μέθοδο της απολίνωσης.
Καυτηρίαση με ραδιοσυχνότητες
Είναι μία από τις πιο σύγχρονες και ελάχιστα επεμβατικές μεθόδους στην αντιμετώπιση των ινομυωμάτων. Σε αυτή την τεχνική εισέρχεται διαμέσου της κοιλιακής χώρας ένα μικρό εργαλείο, το οποίο προσομοιάζει με μία βελόνα και το οποίο εισάγεται μέσα στον ινομυωματικό ιστό ,θερμαίνει το ινομύωμα υπό την επίδραση ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής ραδιοσυχνότητας και εν τέλει νεκρώνει τα κύτταρα της περιοχής (μαζί και αυτά του ινομυώματος ).
Η τεχνική αυτή ενδείκνυται σε γυναίκες που γνωρίζουν ότι δεν θέλουν να τεκνοποιήσουν στο μέλλον και σε αυτές που θέλουν να αποφύγουν την χειρουργική επέμβαση της υστερεκτομής
Υστερεκτομή
Αποτελεί την κλασσική μέθοδο θεραπείας των ινομυωμάτων. Παρόλο που πλέον συνίσταται ως η τελευταία επιλογή, τα ινομυώματα εξακολουθούν να αποτελούν την κύρια αιτία για την οποία πραγματοποιούνται οι υστερεκτομές.
Ινομυωματεκτομία
Είναι η χειρουργική αφαίρεση ενός ή περισσοτέρων ινομυωμάτων. Διενεργείται συνήθως όταν δεν αποδίδουν οι άλλες θεραπείες σε γυναίκες που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία και θέλουν να διατηρήσουν την ικανότητα τεκνοποίησης ή σε γυναίκες που δεν επιθυμούν να αφαιρέσουν τη μήτρα τους. Διακρίνονται 3 τεχνικές ινομυωματεκτομίας:
- Η υστεροσκοπική. Το ινομύωμα αφαιρείται με τη χρήση ρεζεκτοσκοπίου, ενός διεισδυτικού οργάνου που εισέρχεται στον κόλπο και στη μήτρα, ενώ χρησιμοποιείται υψίσυχνο ρεύμα ώστε να κόψει τους ιστούς. Μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε κατόπιν γενικής είτε τοπικής αναισθησίας. Συνήθως χρησιμοποιείται για την αφαίρεση υποβλεννογόνιων ινομυωμάτων.
- Η λαπαροσκοπική. Απαιτείται μια μικρή τομή κοντά στον ομφαλό. Έπειτα το λαπαροσκόπιο εισέρχεται στη μήτρα και χρησιμοποιώντας χειρουργικά εργαλεία αφαιρείται το ινομύωμα. Δεν ενδείκνυται για θεραπεία μεγάλων ινομυωμάτων(3-10 εκ).
- Η λαπαροτομική. Καλείται επίσης ανοικτή ή κοιλιακή. Είναι η πλέον διεισδυτική μέθοδος. Μια τομή στο κοιλιακό τοίχωμα δίνει την πρόσβαση ώστε να αφαιρεθεί ολόκληρη η μήτρα.
Εξάχνωση ενδομητρίου
Χρησιμοποιείται σε μη ενδοτοιχωματικά ινομυώματα μικρού μεγέθους. Σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει μεγάλο ποσοστό αποτυχίας. Πραγματοποιείται σε επίπεδο εξωτερικού ασθενούς και διαρκεί 15-20 λεπτά.
Εστιασμένοι υπέρηχοι καθοδηγούμενοι από μαγνητική τομογραφία
Είναι μια μη διεισδυτική επέμβαση που χρησιμοποιεί υψίσυχνα εστιασμένα υπερηχοκύματα ώστε να καταστρέψει ιστούς σε συνδυασμό με τη χρήση της μαγνητικής τομογραφίας που καθοδηγεί και απεικονίζει την επέμβαση. Είναι μια επέμβαση σε επίπεδο εξωτερικού ασθενούς και διαρκεί 1-3 ώρες, ανάλογα με με το μέγεθος του ινομυώματος.
Επανάληψη της μεθόδου θα χρειαστεί στο 16-20% των ασθενών.