Η μυκητίαση κόλπου, είναι μια συνήθης μολυσματική λοίμωξη που προκαλείται συνήθως από την υπερβολική ανάπτυξη του μυκήτα Candida στην περιοχή του κόλπου. Ο μύκητας Candida είναι ένας <φυσιολογικός κάτοικος> του κόλπου και άλλων μερών του σώματος, αλλά όταν υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που ευνοούν την ανάπτυξή του, μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη.
Οι κύριοι παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε μυκητίαση κόλπου περιλαμβάνουν:
- τη χρήση αντιβιοτικών,
- την αύξηση των επιπέδων οιστρογόνου,
- τον διαβήτη,
- την ανοσοκαταστολή,
- την εγκυμοσύνη,
- την παρουσία τραυμάτων στην περιοχή του κόλπου, καθώς και άλλες υγειονομικές καταστάσεις.
Οι κύριες ενδείξεις της μυκητίασης κόλπου περιλαμβάνουν:
- Φαγούρα μέσα στον κόλπο αλλά και στο δέρμα των έξω γεννητικών οργάνων.
- Πόνος κατά την σεξουαλική επαφή
- Πόνος κατα την ούρηση.
- Αυξημένη έκκριση κολπικών υγρών. Τα υγρά αυτά, συνήθως, είναι λευκά και παχύρρευστα, με κρεμώδη υφή ενώ πολλές φορές μυρίζουν άσχημα.
- Τοπικό πρήξιμο των έξω γεννητικών οργάνων, το οποίο μπορεί να συνοδεύεται από ερυθρότητα ή υπερευαισθησία
Η διάγνωση γίνεται συνήθως με βάση τα συμπτώματα και την κλινική εξέταση, αλλά μπορεί να απαιτηθεί εργαστηριακή εξέταση για επιβεβαίωση.
Η μυκητίαση κόλπου μπορεί να θεραπευθεί με αντιμυκητιακά φάρμακα που λαμβάνονται τοπικά (π.χ. κρέμες, υπόθετα) ή συστηματικά (π.χ. δισκία, κάψουλες).
Επίσης, σημαντικός είναι ο ρόλος της πρόληψης με υγιεινές πρακτικές υγιεινής, όπως η αποφυγή επιμήκους χρήσης αντιβιοτικών, η στέγνωση της περιοχής μετά το μπάνιο και η αποφυγή της υπερβολικής χρήσης αρωματικών προϊόντων καθαρισμού.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να συμβουλευτείτε τον γυναικολόγο σας για να σας προτείνει την κατάλληλη θεραπεία.